Ας αφήσουμε τις σκληρές συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι αστυνομικοί σε μια Ελλάδα όπου η εγκληματικότητα είναι ανεξέλεγκτη και η ανομία αντιμετωπίζεται ως κεκτημένο δημοκρατικό δικαίωμα. Ας ξεχάσουμε τις μειωμένες αμοιβές τους και την αδυναμία του πτωχευμένου κράτους να τους παράσχει τα κατάλληλα εργαλεία, από βενζίνη μέχρι οπλισμό. Ας παραβλέψουμε επίσης την κοινωνική απαξίωση της αστυνομίας στα χρόνια της ανεμελιάς, απαξίωση που σπρώχνει τώρα, καθώς η μπελ επόκ παρήλθε, πολλούς ένστολους στην αγκαλιά της Χρυσής Αυγής. Ας μη δώσουμε σημασία ούτε στο τρίπτυχο «μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι», που καταχράστηκε ακόμη και το δικαίωμα της πολιτικής διαμαρτυρίας μετατρέποντάς το σε κοινό χουλιγκανισμό.
Και ας σταθούμε για λίγο σε αυτήν την κακόηχη λέξη, τη λέξη «μπάτσος». Λέξη της αργκό, η οποία προέρχεται από την πρώτη σημασία του μπάτσου, κοινώς της ονοματοποιίας που χρησιμοποιείται για το χαστούκι. Διότι δεν μπορώ να μη σκεφτώ, όταν ακούω τον κ. Βούτση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να τη χρησιμοποιεί με τέτοια άνεση, πόσοι ήσαν αυτοί που σταδιοδρόμησαν στην πολιτική της Μεταπολίτευσης επειδή έφαγαν μερικά χαστούκια στα νιάτα τους απ' την αστυνομία. Ηταν λευκή επιταγή. Δεν χρειαζόταν κανένα άλλο προσόν. Αυτό από μόνο του αποτελούσε ιδεολογική συντεταγμένη, πολιτική σκέψη, πρόταση και όραμα. Αυτοί λοιπόν, όταν αποκαλούν τους αστυνομικούς «μπάτσους», θεωρούν ότι παράγουν υπεραξία για την πολιτική τους καριέρα. Ανήκουν στην ιθύνουσα τάξη, όπως ο κ. Βούτσης, όμως δεν παύουν να συμπεριφέρονται ως κατατρεγμένοι. Εξαρτημένο αντανακλαστικό ή πονηριά; Διαλέγετε και παίρνετε.
Υπάρχει και κάτι ακόμη, έτι δυσμενέστερον. Κι αυτό το «κάτι» δεν αφορά μόνον τον κ. Βούτση ή την Αριστερά. Διαχέεται σαν λεκές σε όλη την πολιτική τάξη, αλλά και τη δημόσια ζωή της χώρας. Πρόκειται για το ιδιόλεκτο της παρέας, για ένα ύφος που όταν το συναντάς αμέσως σκέφτεσαι έναν άνθρωπο βυθισμένο σε πλαστική πολυθρόνα και ρουφώντας την μπίρα του ή τη φραπεδιά του φτιάχνει και ξαναφτιάχνει τον κόσμο απ' την αρχή. Γιατί ο κόσμος του περιορίζεται στους τέσσερις-πέντε συνομιλητές του. Εκεί μπορείς να μιλήσεις ανέξοδα για «μπάτσους», για ψεκασμούς, για τοκογλύφους, για τον Μεγαλέξαντρο, για τη Ναόμι Κλάιν, που θα την ήθελες πιο Κάμπελ. Πέστε το σύμπτωμα διανοητικής ακαμψίας, «κολλημένων εγκεφάλων», όπως θα έλεγαν οι ίδιοι. Πέστε το χαρίεσσα μέθη, προϊόν της αυταρέσκειας που τους προκαλεί η εμφάνισή τους στα δελτία ειδήσεων. Πέστε το πολιτική πρεσβυωπία, διότι υποθέτω ότι ένοπλοι «μπάτσοι» φρουρούν τον κ. Βούτση κι επειδή είναι κοντά του δεν τους βλέπει. Πέστε το ό,τι θέλετε. Το βέβαιο είναι ότι γι' αυτούς τους ανθρώπους που κρατούν, ή θέλουν να κρατήσουν, τις τύχες της χώρας στα χέρια τους, τα όρια του κόσμου τελειώνουν εκεί όπου τελειώνει η αντίληψη της παρέας τους.