Η συμπεριφορά του έλεγε πάντα περισσότερα από τα λόγια του. Ήταν ο Γιώργος, που δεν χρειαζόσουν το επίθετό του για να τον θυμάσαι και…"τι θες να πεις πως δεν δούλευε από πάντα στο Γαλάζιο Λιμάνι;".
«Σήμερα, Δέσποινα, είναι η τελευταία μου μέρα. Φεύγω!» Τα λόγια του με εξέπληξαν. «Δες σύμπτωση, 3 Νοεμβρίου του 2003 ήταν που ήρθα. 3 Νοεμβρίου του 2024 φεύγω! 21 ολόκληρα χρόνια!»
Καθήσαμε και μιλήσαμε για λίγο.
Ο Γιώργος κουβαλάει στις πλάτες του ιστορίες. Ξεκίνησε από την Καλαμπάκα, την πατρίδα του, από την οποία έφυγε 18 ετών, μόλις τελείωσε το 6αταξιο Γυμνάσιο.
Πριν έρθει στη Λήμνο, δούλεψε ακούραστα 23 χρόνια, τους χειμώνες στην Αθήνα και τα καλοκαίρια σε κοσμικά νησιά. Δοσμένος σε μια δουλειά που στους περισσότερους περνάει απαρατήρητη, αλλά ο Γιώργος την έκανε τέχνη και την υπηρέτησε ως επαγγελματίας σε όλη του τη ζωή!
Έχει σερβίρει τους μεγάλους της Ελλάδας – Κωνσταντίνο Καραμανλή, Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Βόγλη, Μαίρη Χρονοπούλου – προσωπικότητες που για τον Γιώργο δεν ήταν ειδήσεις στα περιοδικά της εποχής, αλλά άνθρωποι καθημερινοί, με μια κρυφή ανθρώπινη πλευρά ο καθένας, που ο ίδιος είχε δει όταν δούλευε στον Διόνυσο.
Πέρασε και από το Ζόναρς στην Πανεπιστημίου. Με όλες τις επισημότητες του μετρ, πήγαινε καθημερινά φαγητό στον Γεράσιμο Αρσένη, όταν ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας.
Θυμάται. Καραγιώργη Σερβίας στον 7ο όροφο. Μου εξιστορεί με λεπτομέρειες και είναι σαν να μπαίνω σε ένα κινηματογραφικό φιλμ μιας εποχής, μακρινής αλλά παράλληλα τόσο ζωντανής.
«Δούλεψα και στη Μύκονο» μου λέει, εκείνες τις εποχές που πάνω στις παραγγελίες σημείωναν ένα Ξ ή ένα Ε αναλόγως αν ήταν ξένοι ή Έλληνες οι πελάτες. «Δεν το έκανα ποτέ» μου λέει, «ήταν ντροπή αυτό που γινόταν τότε».
Στη Λήμνο, ήρθε να δουλέψει εποχιακός. Ούτε εκείνος μπορούσε να φανταστεί ότι αυτή η εποχή θα κρατούσε 25 χρόνια…
Ήταν 19 Ιουνίου του 1999, όταν ήρθε στη Λήμνο και είχε σκοπό να μείνει μόνο ένα καλοκαίρι. Δούλεψε αρχικά στο Κοράλι, στον Κότσινα κι έμεινε 4 χρόνια.
Δέθηκε με τον τόπο, του άρεσε εδώ, τον κράτησε η Λήμνος και οι άνθρωποι της.
3 Νοεμβρίου του 2003, πιάνει δουλειά στο Γαλάζιο Λιμάνι, και μένει εκεί, χειμώνα καλοκαίρι για 21 ολόκληρα χρόνια.
Σήμερα, μια ζωή μετά, 48 χρόνια σε αυτή τη δουλειά, αφήνει πίσω του την Λήμνο. Ήρθε η ώρα της σύνταξης και φεύγει για την πατρίδα του, την Καλαμπάκα, με το βλέμμα όμως στραμμένο στον ορίζοντα.
«Θέλω να ταξιδέψω» μου λέει, «να δω μέρη, να κάνω όσα δεν έκανα. Αλλά θα ξανάρθω Δέσποινα, η Λήμνος είναι πια ο τόπος μου.”
Το επίθετό του; Τσιάτσιος. Μικρή λεπτομέρεια μπροστά στο Γιώργος. Ο Γιώργος με την αβίαστη ευγένεια, την ευγενική διακριτικότητα, την αφοπλιστική απλότητα! Δηλαδή, όλα όσα τον έκαναν, ωραίο ως άνθρωπο…
Εις το επανιδείν, Γιώργο.