Αναφερόμενος σε πρόσφατα δημοσιεύματα σε σχέση με τη δήλωσή του για τον κ. Σαμαρά, ο κ. Σηφουνάκης είπε ότι δεν μεταφέρθηκε στο σύνολό της. Αυτό που ο ίδιος είπε και επαναλαμβάνει και σήμερα είναι ότι «η Κυβέρνηση καταβάλει μία μεγάλη προσπάθεια, μια ηρωική προσπάθεια, με τις διαπραγματεύσεις που κάνει για να σωθεί η χώρα, και είναι φυσικό ο πρωθυπουργός να καρπούται περισσότερο από αυτή την προσπάθεια».
Σχετικά με το νομοσχέδιο για τις αποκρατικοποιήσεις, ο κ. Σηφουνάκης ανέφερε ότι «δεν μπορεί να εξομοιώνεται η πώληση ενός οικοπέδου με την ιδιωτικοποίηση μιας επιχείρησης στρατηγικού χαρακτήρα» και τόνισε ότι «πρέπει να υπάρχει δημοκρατική κατοχύρωση, μέσω της Βουλής ή του Υπουργικού Συμβουλίου, όταν πρόκειται για επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας και όχι να αποφασίζει μόνο του το ΤΑΙΠΕΔ».
Ο κ. Σηφουνάκης, αναφερόμενος, τέλος, στην πρόθεση εξαγοράς της Olympic Air από την Aegean, τόνισε ότι «μόλις τον Ιανουάριο του 2011 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, είχε απαγορεύσει τη συγχώνευση των δύο εταιρειών διότι θα οδηγούσε σε οιονεί μονοπώλιο της ελληνικής αγοράς αεροπορικών μεταφορών» και επεσήμανε ότι από την απόφαση αυτή «δεν μπορεί να παρεκκλίνει η Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού στην περίπτωση που κληθεί να αποφασίσει». Επεσήμανε δε, ότι εάν προχωρήσει η εξαγορά, τότε «μόνο κατ’ επίφαση ενισχύεται ο ανταγωνισμός, αφού δημιουργείται ένα δίκτυο συνεργαζόμενων και όχι ανταγωνιστριών εταιρειών», καθώς «η Cyprus Airways έχει συνάψει στρατηγική συνεργασία με την υπό εξαγορά Olympic Air από τον Μάρτιο 2011».
Ο κ. Σηφουνάκης αναφέρθηκε στις δηλώσεις του τότε υπουργού κ. Χατζηδάκη ότι δήθεν με την πώληση τότε της Ολυμπιακή «θα ενισχυθεί ο ανταγωνισμός» και ότι «η εταιρεία θα μπει σε μια νέα εποχή ανάπτυξης» και επεσήμανε ότι η τότε απόφαση της κυβέρνησης της Ν.Δ. να πουλήσει την Ολυμπιακή έγινε «με συνοπτικές διαδικασίες, παρόλο που ο διαγωνισμός είχε αποβεί άγονος». Τόνισε ότι «σήμερα δικαιώνεται η θέση του ΠΑΣΟΚ που είχε υποστηρίξει μικτό σχήμα για την Ολυμπιακή, με τη συμμετοχή διεθνούς στρατηγικού επενδυτή, όπως έκανε η Alitalia».