Ο Ιωάννης Αντωνιάδης γεννήθηκε φτωχός στον Κορνό της Λήμνου, σε μια εποχή που η μετανάστευση για πολλούς ανθρώπους ήταν μονόδρομος.
Στην Αλεξάνδρεια έχτισε από το μηδέν μια εντυπωσιακή πορεία. Αυτό, όμως, που τον καθιστά ξεχωριστό δεν είναι το μέγεθος της επιτυχίας του, είναι η απόφασή του να επιστρέψει το καλό εκεί όπου το χρωστούσε: στη Λήμνο.
Το άρθρο του Γρηγόρη Κεντητού. καταγράφει τη ζωή και τη δράση ενός από τους σημαντικότερους ευεργέτες του νησιού, που επένδυσε τον πλούτο του σε σχολεία, ναούς και ανθρώπους, και άφησε πίσω του μια παρακαταθήκη πιο ανθεκτική από το μάρμαρο.
Διαβάστε το άρθρο:
Ο Ιωάννης Αντωνιάδης γεννήθηκε στο μικρό χωριό Κορνός της Λήμνου το 1818, σε μια εποχή που η φτώχεια δεν άφηνε χώρο για όνειρα. Όσα παιδιά δεν μπορούσαν να μορφωθούν ή να δουλέψουν στα λιγοστά κτήματα, έφευγαν για την Αίγυπτο. Εκεί, στα «Μισίρια», όπως τα έλεγαν τότε, κυνηγούσαν το ψωμί. Ο Ιωάννης, μόλις 15 χρονών, πήρε το καράβι και έφυγε μόνος του για την Αλεξάνδρεια. Δεν ήξερε ότι θα γινόταν σύμβουλος πασάδων και συνδαιτυμόνας βασιλέων.
Η αρχή ήταν σκληρή. Δούλεψε ως λιμενεργάτης, ως μικροέμπορος, ως ό,τι έφερνε η ανάγκη. Όμως είχε μυαλό και τύχη. Ίσως και μια παλιά χάρη που χρωστούσε ο Μεχμέτ Αλή στην οικογένειά του από τη Λήμνο, όταν κάποτε ο πατέρας του τον είχε κρύψει κυνηγημένο από τους Οθωμανούς. Στην Αίγυπτο, η πορεία του Ιωάννη απογειώθηκε. Μέσα σε λίγα χρόνια έγινε τραπεζίτης, έμπορος, προμηθευτής του βρετανικού στρατού. Οι Άγγλοι τον τίμησαν με τον τίτλο του «σερ» και το παλάτι του στην Αλεξάνδρεια φιλοξένησε βασίλισσες, πρίγκιπες και ηγεμόνες.
Παρ’ όλα αυτά, δεν ξέχασε ποτέ τον τόπο του. Ο Αντωνιάδης γύριζε συχνά στη Λήμνο και κάθε φορά άφηνε πίσω του κάτι που έμενε. Ξωκλήσια, ναούς, σχολεία, χρήματα για το σχολαρχείο, δωρεές για φτωχές οικογένειες, για τη Μητρόπολη, για τη μόρφωση των παιδιών. Έχτισε ένα διώροφο αρχοντικό στη Μύρινα, όχι για να κάνει επίδειξη, αλλά για να στεγάσει τη μάνα του και τη μητέρα πατρίδα.
Όταν η Αλεξάνδρεια καταστράφηκε από τους Άγγλους το 1882, η Ελληνική Κοινότητα καταχρεώθηκε. Ο Ιωάννης έδωσε 40.000 λίρες για να τη σώσει. Όταν ένα παιδί του πέθανε, το έθαψε στη Σύρο με μάρμαρο που έγραφε ολόκληρη την ιστορία του. Όταν σώθηκε από θαύμα στη θάλασσα, έκτισε εκκλησάκι στην Ίμβρο, που αργότερα οι Τούρκοι κατέστρεψαν. Όλα αυτά δεν τα έκανε για να τον θυμούνται. Τα έκανε γιατί θυμόταν.
Πέθανε το 1895 στην Αλεξάνδρεια. Άφησε πίσω του επαύλεις, περιουσίες, τραπεζικά δίκτυα, αλλά κυρίως έναν κόσμο γεμάτο ευγνωμοσύνη. Η κόρη του Μαρία Μουσούρου και ο γιος του Αντώνιος χάρισαν τα σπίτια, τα κτήματα και τα χρήματα στους Έλληνες της Αιγύπτου και στη Μητρόπολη της Λήμνου. Σήμερα, οι κήποι του στην Αλεξάνδρεια λέγονται ακόμη Κήποι Αντωνιάδη, το παλιό του αρχοντικό στη Μύρινα στεγάζει τη Μητρόπολη και το Αντωνιάδειο Γηροκομείο συνεχίζει να φροντίζει ανθρώπους. Ένας άνθρωπος που ξεκίνησε μόνος, πάμφτωχος, και γύρισε για να δώσει σε όλους.
Πηγή: sportime.gr