Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Πολιτισμός>>84' με τον (απροσδόκητα δημοφιλέστατο) Γιάννη Χαρούλη

banner roots

84' με τον (απροσδόκητα δημοφιλέστατο) Γιάννη Χαρούλη
16.06.2014 | 14:40

84' με τον (απροσδόκητα δημοφιλέστατο) Γιάννη Χαρούλη

Συντάκτρια:  Κυριακή Κατσάκη
Κατηγορία: Πολιτισμός

Αν ασχολείσαι έστω και στοιχειωδώς με την ελληνική μουσική, είναι αδύνατο να μη σου προκαλέσει το ενδιαφέρον η –πολύ ιδιαίτερη– περίπτωση του Γιάννη Χαρούλη. Η μουσική του δεν είναι εύκολη, δεν είναι αυτό που ονομάζεις εμπορική, αλλά πατάει τόσο γερά στην παράδοση με έντονο το τοπικό ηχόχρωμα (είναι ο πιο δημοφιλής νέος Κρητικός μουσικός από την εποχή του Ξυλούρη), που η δημοτικότητά του στις νεαρές κυρίως ηλικίες μάλλον ξενίζει. Ξενίζει όχι επειδή δεν του αξίζει όλη αυτή η επιτυχία αλλά επειδή τον ακούει φανατικά και τον στηρίζει ένα κοινό που δεν θα πίστευες ότι θα μπορούσαν είναι τρελοί φαν του. Οι εικοσάρηδες που ακούνε τα πιο «αλλόκοτα» πράγματα (από πειραματική ηλεκτρονική μουσική μέχρι και hardcore), όσοι ακούν έντεχνο και «ψαγμένα ελληνικά», ηλικιωμένοι που ξέρουν απ' έξω κάθε στίχο του, οικογένειες με μωρά στην αγκαλιά που θυμίζουν τα «παιδιά των λουλουδιών» και πιτσιρικαρία, πολλή πιτσιρικαρία, που είναι και οι πιο πιστοί οπαδοί του.


Την ημέρα της συνέντευξης η πρώτη μέρα της συναυλίας του στο Θέατρο Βράχων ήταν sold out και για την επόμενη, που προστέθηκε λόγω μεγάλης ζήτησης, τα εισιτήρια είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Ο Γιάννης Χαρούλης είναι φαινόμενο και θα θυμάμαι για καιρό την περσινή εμφάνισή του στον Λυκαβηττό από τον χαμό που προκάλεσε στους γύρω δρόμους και το ατελείωτο μποτιλιάρισμα. Να σημειώσω ότι δεν «παίζει» ως όνομα στις εκπομπές της τηλεόρασης που κάνουν εφήμερο «σταρ» τον καθένα, δεν απασχολεί τα μέσα με τη ζωή του και δεν έχει ανάγκη το οργανωμένο promotion για να γεμίσει στάδια. Ο Γιάννης Χαρούλης έχει μια αφοπλιστική αυθεντικότητα και μιλάει ήρεμα, με μετρημένο λόγο. Στη συνέντευξη ήρθε με το ποδήλατό του και μπορεί να περάσει απαρατήρητος ακόμα και από ανθρώπους που τον γνωρίζουν επειδή έχει μια σεμνότητα που σπάνια συναντάς πια σε νέους καλλιτέχνες.


Σχολιάζουμε τη δήλωση του Chric Novoselic των Nirvana στο Rock and Roll Hall of Fame για τον ενθουσιασμό του μουσικού που ξεκινάει από την αγάπη του γι' αυτό που κάνει και το όνειρό του να κατακτήσει τον κόσμο μέσα από ατελείωτες πρόβες και πολλή δουλειά – έτσι όπως θα έπρεπε να γίνεται δηλαδή για να αξίζει αυτό που κάνεις. Πρώτα για σένα τον ίδιο. Η ευχαρίστηση που σου δίνει η διαδικασία μέχρι την κορυφή δεν μπορεί να αναπληρωθεί ούτε με όλα τα βραβεία από τα σόου της τηλεόρασης που σε ανεβάζουν σε μια νύχτα στο βάθρο του νικητή. «Μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν είχα βλέψεις», λέει, «ήμουν επικεντρωμένος απλώς σε αυτό που μου προσφέρει η μουσική. Το ίδιο και τώρα. Και η χαρά μου δεν μπορεί να μεταφραστεί ως προς την ποσότητα μόνο. Όλο αυτό, το ότι με γνωρίζει πολύ περισσότερος κόσμος, με γεμίζει με αγάπη και ευθύνη, αλλά αυτό που είπε ο Novoselic ισχύει: οι καλλιτέχνες πρέπει να βγαίνουν από τέτοιες επίπονες διαδικασίες για να κρατάνε. Και είναι πολύ πιο δύσκολα στην κορυφή, εκεί που ταρακουνιούνται οι βάσεις, γιατί όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις, τόσο χάνεις το σημείο σου. Η αγάπη γι' αυτό που κάνεις θα σε κρατήσει και αυτή θα σου θυμίζει τι πρέπει να παίρνεις: να επιστρέφεις στο μέσα σου».


Ο Γιάννης Χαρούλης παίζει και τραγουδάει από μικρό παιδί στο Λασίθι της Κρήτης, τον τόπο καταγωγής του. «Το πρώτο όργανο που έπαιξα ήταν το μαντολίνο» λέει. «Μόνο μαντολίνο μπορούσα να πιάσω στα πέντε μου, πριν πάω ακόμα στο δημοτικό. Ήμουν μικρούλης για κιθάρα. Και νόμιζα ότι αφού έπαιζα δέκα νότες, μπορούσα να γράψω και τραγούδια! Βέβαια, πιστεύω ότι αν κάποιος μουσικός καταφέρει να κρατήσει αυτή την έκπληξη, του παιδιού δηλαδή, και τη βάλει αργότερα σε τραγούδια, όλα μεταδίδονται πιο εύκολα. Η μουσική ήταν ανάγκη για μένα από τότε. Να παίζω. Άρχισα να γράφω δικά μου κομμάτια γύρω στα δώδεκα, για μια κοπέλα που είχα αγαπήσει».


Μιλάει για τη συγκίνηση που του προκαλούσε από την πρώτη στιγμή η μουσική, την ίδια που του προκαλεί και σήμερα ένα κομμάτι του Μότσαρτ. «Δεν γίνεται να μην πιστεύω στην τύχη, γιατί με αυτά που έχω κάνει μέχρι τώρα δεν θεωρώ ότι είμαι και μοναδικός» λέει. «Πιστεύω όμως και στις μικρές λεπτομέρειες, που όλες μαζί δημιουργούν μια αλυσιδωτή αντίδραση που ωθεί προς κάπου τα πράγματα. Και πιστεύω πολύ στη δύναμη του δικαίου, γιατί με την πάροδο του χρόνου καταλαβαίνεις ότι υπάρχει. Αν κάποιος είναι λίγο σκεπτόμενος κι έχει την αίσθηση του δικαίου, νομίζω ότι κάποια στιγμή θα μπορέσει να παραγάγει έστω και λίγο πολιτισμό».


Τον ρωτάω πού πιστεύει ότι οφείλεται αυτή η απήχηση που έχει στους πολύ νεαρούς ανθρώπους, πώς γίνεται να προσεγγίζει ένας τόσο μεγάλος αριθμός πιτσιρικάδων τη μουσική του. «Αν κάτι δεν είναι χαζό στην κοινωνία, αυτό είναι τα παιδιά» λέει. «Τους έχουμε δώσει μια πορεία με τελείως άλλη τροχιά από αυτή που θα έπρεπε, αλλά τα κύτταρα δεν μεταλλάσσονται, υπάρχουν σταθερές που δεν μπορείς να ελέγξεις. Έχουν τις δικές τους αξίες και ακολουθούν τον δικό τους δρόμο. Σαφώς αισθάνομαι ότι έχω ευθύνη απέναντί τους. Οι άνθρωποι μοιάζουμε, είμαστε όλοι ένα, αν μας κοιτάξει κάποιος από μακριά είμαστε αυτό που λέμε "αδέλφια". Κι αυτό που έχω μέσα μου προσπαθώ να το παρουσιάσω με όσο περισσότερη ειλικρίνεια μπορώ».


«Τραγουδώ σπίτι μου όταν είμαι χαρούμενος, όταν είμαι λυπημένος, τραγουδώ όταν θέλω να πω κάτι. Γι' αυτό και είμαι λίγο δυσκίνητος στις επιλογές μου, τα τραγούδια που θέλω να πω δεν μπορώ να τα βρω εύκολα. Βέβαια, όσο μεγαλώνω, ανοίγουν τα βιώματά μου και ανοίγει και ο τρόπος που θέλω να εκφραστώ. Κατά καιρούς, έχω συναντήσει τραγούδια που, ενώ κάτι είχαν και μου άρεσαν, δεν τα είπα γιατί πολύ απλά στη καθημερινότητά μου δεν χρησιμοποιώ τέτοιες λέξεις και δεν θα μπορούσα να τα υποστηρίξω».


«Επιτυχία είναι να έχω φίλους, την οικογένειά μου, να είναι όλοι οι άνθρωποι γεροί. Επιτυχία είναι να κρατάς τις αξίες σου ως άνθρωπος, την αξιοπρέπειά σου, κάτι που είναι πολύ δύσκολο σε αυτούς τους καιρούς. Τώρα, βέβαια, άρχισαν και αλλάζουν τα πράγματα, έχει αρχίσει και γίνεται απαραίτητο, ενώ παλιά αυτό θα φαινόταν γραφικό. Μου είχε κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση όταν ήρθα στην Αθήνα το 2002 η κατάσταση που έβλεπα γύρω μου. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι υπάρχουν τόσοι άστεγοι, τόσοι άνθρωποι που δεν έχουν να φάνε, γιατί, ξέρεις, στα χωριά καλύπτει ο ένας τον άλλον. Ό,τι και αν είναι ο άλλος, φίλος ή και εχθρός, δεν υπάρχει περίπτωση να μην του δώσεις να φάει από αυτό που έχεις. Σήμερα έχει πέσει το βλέμμα μας χαμηλά λόγω άπειρων πληροφοριών και δεν βλέπουμε παραπέρα, αλλά μέσα σε όλο αυτό που συμβαίνει ο ανθρωπισμός μας μεγαλώνει και, αν μη τι άλλο, αυτές οι δυσκολίες μάς μονιάζουν λίγο.


Το όφελός μου από τη μουσική έχει να κάνει με τους ανθρώπους. Όπου και αν βρίσκομαι, τώρα πια αισθάνομαι σαν να είμαι στο χωριό μου. Έρχονται άνθρωποι και μου μιλάνε, είναι όλη η Ελλάδα μια γειτονιά. Αυτό δεν ανταλλάσσεται, ούτε μπορείς να το μεταφράσεις αλλιώς. Κι όλη αυτή η αγάπη που εισπράττω με κάνει καλύτερο άνθρωπο. Αποδεσμεύομαι από πολλά βάρη που με κάνουν να φαίνομαι πιο αγριεμένος, πιο ανασφαλής. Όσο μεγαλώνεις, ο χρόνος περνάει όλο και πιο γρήγορα. Και επειδή τα πράγματα που θέλω να κάνω είναι όλο και πιο πολλά, τώρα πια δεν μου φτάνει ο χρόνος.


Μου αρέσει να κάνω ποδήλατο, να κάνω ταξίδια και να παίρνω μαζί μου μουσική, να ακούω, να τραγουδώ. Στην Αθήνα ντρέπομαι να τραγουδώ όταν είμαι στο φανάρι και είμαι σε έκσταση. Είναι λίγο τρελό και επικίνδυνο. Μου αρέσει να τρέχω. Μου αρέσει να μαγειρεύω. Τα τελευταία χρόνια μου αρέσει πολύ αυτό, γιατί παλιά δεν ήξερα καθόλου. Μου αρέσει να έρχονται οι φίλοι στο σπίτι, να ευχαριστώ τον κόσμο. Μου αρέσουν οι συναυλίες στο εξωτερικό.


Στο σπίτι μου για να ξεκουραστώ ακούω Tom Waits ή κλασική μουσική. Ακούω κλασική μουσική την ώρα που τρέχω. Μου αρέσει η τζαζ, πέρασα από φάση με την electronica. Με ό,τι κολλούσα, εννοείται προσπαθούσα να το μεταφράζω και να κάνω πειραματισμούς. Θέλω να κάνω τραγούδια με λούπες που μου αρέσουν πολύ – το είχα κάνει κάποτε, όχι πολύ καλά, αλλά είχε πάρα πολλή πλάκα. Μπορεί στις δικές μου παραστάσεις να τραγουδώ κρητικά, αλλά στο σπίτι μου ακούω λούπες, αβανγκάρντ. Ας πούμε, τον Μαμαγκάκη τον θεωρώ τιτάνα στη μουσική και είχα τη μεγάλη τύχη να κάνουμε παρέα τα τελευταία χρόνια του. Μου έφτιαχνε κι έναν καφέ καταπληκτικό και του είχα πει μια φορά "κυρ Νίκο, με τον καφέ που κάνεις, αν ανοίγαμε ένα καφενείο θα γινόταν χαμός". Ήξερε τα πάντα αυτός ο άνθρωπος».

Πηγή: lifo.gr

 

Ακολουθήστε το limnosfm100.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Μοιραστείτε το