Αλλά καμιά φορά η ερώτηση δεν είναι πού θα δείξεις εμπιστοσύνη, αλλά εάν θα δείξεις. Αρκεί το να πιστέψεις, λοιπόν. Τα φυτά το διδάσκουν αυτό. Ας πούμε, εσύ ποντάρεις από την αρχή στον μοσχοβολιστό κατ' όνομα ψηλόλιγνο βασιλικό σου. Κι όλο ανεβαίνει κι όλο ανεβαίνει, δεν καταδέχεται όμως να σου χαρίσει το άρωμά του, τραβάει πεισματικά την ανηφόρα αγνοώντας τη φύση του. Ταιριάζει στις σάλτσες, ταιριάζει και στα διακοσμητικά βάζα. Σου φωνάζει από μακριά πόσο άξιος και γοητευτικός είναι για όλα, αλλά εξακολουθεί να σε αγνοεί. Εσύ υποκύπτεις στη γοητεία του, να τα πέστο, να οι διακοσμητικές συνθέσεις που σκαρφίζεσαι ματαίως, αλλά από άρωμα, τζίφος. Δεν καταδέχεται. Αλλά εσύ δεν θες να το πιστέψεις. Χειμώνιασε τι να σου κάνει ο καψερός, μέσα στα κρύα δεν μυρίζει, πάρτο απόφαση.
Και ο ταπεινός δυόσμος που τον έσωσε μυθιστορηματικά η φίλη, μέσα σε ένα σακίδιο ινκόγκνιτο, πέρασε ελέγχους αεροδρομίων, πέρασε τα πάνδεινα κι έφτασε σώος, αυτός που δεν τον έχεις σε μεγάλη υπόληψη, γιατί δεν είναι φιγουρατζής, αυτός ο τύπος λοιπόν έρχεται και κάνει κατάληψη στα ποτά σου. Σε αναγκάζει να το γυρίσεις στα μοχίτο, να εμπιστευτείς το άρωμά του, να τον βάλεις στις σάλτσες σου, να μυρίζεις τα δάχτυλά σου και να αναδύουν το αιθέριο έλαιό του. Είναι ο σοφός ο δυόσμος που και μέσα στο ξεροχείμωνο βρίσκει τρόπο να επί βιώσει. Τολμάει να γίνει βασιλικότερος του βασιλέως. Τότε από τα χαμηλά ψιθυρίζει στον αλαζονικό και πληγωτικά πληγωμένο από το χειμώνα βασιλικό «μύρισε λιγάκι, άσε λίγο άρωμα, μην φοβάσαι, αγάπη θα σου δώσουνε, δεν θα σε φάνε, δες εμένα με κάνανε κομματάκια και συνεχίζω να αρωματίζω το σύμπαν, είναι ωραία να μοιράζεσαι τον εαυτόν σου, την ουσία σου».
Και πού ξέρεις, μπορεί να βασιλέψεις μέσα στο ντάλα κρύο, στο ξεροβόρι και να μοσχομυρίζεις. Αρκεί να το πιστέψεις. Δεν είναι εύκολο. Ποτέ δεν είναι, αλλά αξίζει τον κόπο. Φτάνει να δοκιμάσεις. Έχεις μια ευκαιρία ακόμα, μην την χάσεις. Να πιστέψεις. Εγώ σε πίστεψα.