Μετά μιλούσε, μιλούσαν, μια ώρα για το ίδιο (ξανά και ξανά) έργο. Παιδιά, δουλειές, λεφτά, λογαριασμοί, γιατροί, αργίες, φαγητά, πετρέλαιο, κρύο, ζέστη, δίαιτες, γυμναστήρια, γραφείο, ταινίες, καταραμένες Δευτέρες. Αλλάζουν τη σειρά για να με μπερδεύουν, μα έμαθα πια να τις διαβάζω κι ανάποδα.
«Δεν μιλάς»
Χαμογέλασα χαμηλόφωνα. Ήθελα να πω «ζέστη θα κάνει, πολλή ζέστη» αλλά σιώπησα. Έχω κουραστεί ν’ ακούω «το μυαλό σας όλο εκεί» ακόμη κι όταν λέξη δεν βγαίνει απ’ το στόμα μας επί ώρες. Μας ξέρουν καλά, λέει. Δεν καταλαβαίνουν όμως πως όταν κάνεις αυτή τη διαδρομή (ζόρικη ανηφόρα, για προπονημένους mind travelers) πρέπει να κρατάς κάθε ανάσα, να μη ξοδεύεις το παραμικρό ξεφύσημα, μέχρι να φτάσεις τροπαιούχος στο τέρμα. Εξολοθρεύοντας, ως άλλος Αη-Γιώργης, κάθε θεριό -παιδιά, δουλειές, λεφτά, λογαριασμούς, γιατρούς, αργίες, φαγητά, πετρέλαιο, κρύο, ζέστη, δίαιτες, γυμναστήρια, γραφείο, ταινίες, καταραμένες Δευτέρες- που σου κλείνει το δρόμο για την πολυπόθητη κόλαση.
…