Κάθησα σχεδόν μόνη μου στην παραλία, και απολάμβανα τον πίνακα ζωγραφικής που είχα απέναντί μου, το εκκλησάκι του Αη-Νικόλα να κρέμεται από το γαλαζοκόκκινο του ουρανού, τις βαρκούλες αραγμένες στο λιμάνι, το ενετικό κάστρο να φαντάζει περήφανο και να στέκεται όπως έμαθε χρόνια........κ 'ένα χρώμα στα νερά της θάλασσας που δεν μπορώ να περιγράψω, να τανε κόκκινο-πορτοκαλί, μπλε με γαλάζιο μαζί; Τι χρώματα θεέ μου...ευλογία σκέφτηκα. Μια εικόνα που σε συνεπαίρνει και λες πως δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο, μόνο εδώ στη Λήμνο και συγκεκριμένα στο τούρκικο γιαλό.
Ξαφνικά βλέπω την ανεμότρατα ''Παναγία'' να μπαίνει στο λιμάνι και οι γλάροι ν' ακολουθούν κάνοντας διάφορους σχηματισμούς. Σκέφτηκα και δάκρυσα....Το τιμόνι της Ανεμότρατας, πριν λίγο καιρό το κρατούσε ο χαμογελαστός και καλόκαρδος καπετάνιος Κώστας Λαδόπουλος, και στο λιμάνι τον περίμενε πάντα, η γυναίκα του και καπετάνισσα Βάσω. Άραγε θα είναι τώρα εκεί στο ίδιο σημείο που τον περίμενε πάντα;
Θυμάμαι που έλεγε η Αννούλα με τα μεγάλα μάτια, κόρη του καπετάνιου, πως ο κόσμος να χαλούσε η καπετάνισσα Βάσω θα έπρεπε να ήταν πάντα εκεί, για να μπει μέσα στην Ανεμότρατα και μετά θα ξεκινούσανε να δίνουν τα ψάρια που περίμενε ο κόσμος ν’ αγοράσει....και φυσικά στο πλάι του καπετάνιου ο λεβέντης και ομορφόπαιδο, ο γιός τους Θανάσης.
Θυμάμαι σ' ένα ταξίδι μου στη Κρήτη, εκεί συνάντησα την Αννούλα όπου υπηρετούσε, δασκάλα στο επάγγελμα βλέπεις. Τα βράδια που καθόμασταν μιλούσαμε για τις όμορφες οικογενειακές τους στιγμές, τα πειράγματα που κάνανε μεταξύ τους....
Θυμάμαι με πόση αγάπη μου μιλούσε για τον μπαμπά της, μου έλεγε πώς ποτέ δεν τον είδε θυμωμένο σκυθρωπό, αλλά πάντα με το χαμόγελο - και τι χαμόγελο πλατύ και λαμπερό σαν τον ήλιο που φώτιζε το πρόσωπο του και τον κόσμο όλο!!!!
Θυμάμαι τον καπετάνιο με τι αγάπη μιλούσε για τον γαμπρό του Τριαντάφυλλο, πως έχει τριανταφυλλένια καρδιά....και για την νύφη του Δέσποινα πόσο καλοσυνάτη και όμορφη είναι. Αλλά ο καπετάνιος είχε ένα χαμόγελο....τι χαμόγελο ζηλευτό. Και μια αγκαλιά που όταν έβαζε τα εγγόνια του μέσα ήταν πιο ευτυχισμένος απ' ότι στην αγκαλιά της θάλασσας...
Άρχισε η ψύχρα να πέφτει στα γυμνά μου χέρια και σηκώθηκα από την καρέκλα, ύψωσα τα μάτια μου στον ουρανό που είχε γίνει μαύρος και ψέλλισα. ''Αχ βρε θεέ μου βιάζεσαι να πάρεις κοντά σου τους καλούς ανθρώπους.....Γιατί;
Φωτογραφία: Ιωάννης Καπετάνος