Σε κείμενό του, ο κ. Σαρικλής αναφέρεται στις κρίσιμες αποφάσεις της περιόδου 2013, χαρακτηρίζοντας ως «μεγάλο λάθος» την τότε απόρριψη της πρότασης του μακαριστού Μητροπολίτη Ιεροθέου για την αναγνώριση της κυριότητας του Αντωνιάδειου Μεγάρου από τη Μητρόπολη. Υπογραμμίζει την ανάγκη ρεαλιστικής διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου και καλεί σε συνεργασία και συνεννόηση ανάμεσα στους δύο ιστορικούς θεσμούς του νησιού, ώστε το ζήτημα να μην εξελιχθεί σε αντιπαράθεση αλλά σε ευκαιρία δημιουργικής λύσης προς όφελος της τοπικής κοινωνίας.
Ο κ. Σαρικλής αναφέρει:
Με αφορμή τον θόρυβο που έχει ξεσπάσει στο νησί μας γύρω από την αγωγή που κατέθεσε η Ιερά Μητρόπολη Λήμνου κατά του Παλλημνιακού Ταμείου σχετικά με το Αντωνιάδειο Μέγαρο, αισθάνομαι την ανάγκη να μοιραστώ τη δική μου οπτική ως τέως Πρόεδρος του Παλλημνιακού Σχολικού Ταμείου, έχοντας ζήσει από κοντά κρίσιμες αποφάσεις που μας έφεραν μέχρι εδώ.
Το 2013, κατά τη διάρκεια της θητείας μου, βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα εξαιρετικά δύσκολο δίλημμα: την πρόταση του μακαριστού Μητροπολίτη Ιεροθέου για την αναγνώριση της κυριότητας του Αντωνιάδειου Μεγάρου από τη Μητρόπολη. Παρά τις καλές προθέσεις και τις συζητήσεις εκείνης της περιόδου, η πρόταση τελικά απορρίφθηκε. Με πλήρη συναίσθηση του βάρους όσων γράφω σήμερα, ομολογώ ότι αυτή η απόφαση υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της θητείας μου.
Τότε ίσως δεν είχαμε αντιληφθεί το μέγεθος των συνεπειών. Δεν υπήρχε ο ΕΝΦΙΑ, ούτε είχε αποκαλυφθεί πόσο δύσκολη θα ήταν η συντήρηση ενός τόσο μεγάλου και ιστορικού κτιρίου. Το Παλλημνιακό Ταμείο δεν διέθετε τότε —και εξακολουθεί να μη διαθέτει— τους οικονομικούς πόρους για την ανακαίνιση, τη συντήρηση ή τη δημιουργική αξιοποίηση του Μεγάρου. Έτσι, άθελά μας, καταδικάσαμε ένα κτίριο-κόσμημα σε σταδιακή εγκατάλειψη, γνωρίζοντας ότι οι ανάγκες του ήταν πέρα από τις δυνατότητές μας.
Σήμερα η κατάσταση έχει γίνει ακόμη πιο παράδοξη. Το Παλλημνιακό Ταμείο συνεχίζει να πληρώνει ΕΝΦΙΑ για ένα ακίνητο το οποίο δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει. Μιλάμε για χρήματα που θα μπορούσαν να κατευθύνονται σε δράσεις ουσίας, σχετικές με τον πραγματικό σκοπό ύπαρξής του. Αντί αυτού, δεσμεύονται σε ένα ακίνητο που, λόγω νομικών και λειτουργικών αδιεξόδων, παραμένει ανενεργό.
Αυτό μας οδηγεί σε ένα κρίσιμο ερώτημα: θέλουμε το Παλλημνιακό Ταμείο να συνεχίσει να λειτουργεί και να προσφέρει στο νησί, ή θέλουμε να το δούμε να πνίγεται σε βάρη που ακυρώνουν την αποστολή του; Αν επιθυμούμε το πρώτο, τότε απαιτείται σοβαρότητα και ρεαλισμός στη διαχείριση των περιουσιακών του στοιχείων.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη διάσταση, εξίσου σημαντική, που ξεπερνά την οικονομική λογική και αγγίζει την ταυτότητά μας ως Λήμνιοι και ως Έλληνες. Η χώρα μας είναι βαθιά συνδεδεμένη με δύο πυλώνες: τη γλώσσα και την Ορθοδοξία. Σήμερα, σε μια εποχή όπου και οι δύο βάλλονται συστηματικά, οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν θέλουμε να συμβάλουμε —έστω και άθελά μας— στη διάλυση όσων διαμόρφωσαν την πολιτιστική μας φυσιογνωμία. Θέλουμε πράγματι μια Λήμνο χωρίς τη Μητρόπολη και τον πνευματικό της ρόλο; Γιατί αν επιλέξουμε μια τέτοια πορεία, είναι σίγουρο ότι θα περισσέψουν τα «πάρκινγκ» και ο χώρος. Το ζήτημα είναι τι θα έχει χαθεί μέχρι τότε.
Θέλω να είμαι σαφής: δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες των συζητήσεων που έχουν προηγηθεί μεταξύ Παλλημνιακού Ταμείου και Μητρόπολης. Αυτό που γνωρίζω όμως είναι ότι δύο θεσμοί τόσο ιστορικοί και τόσο ωφέλιμοι για το νησί μας δεν πρέπει να λύσουν τις διαφορές τους στις δικαστικές αίθουσες. Δεν το αξίζουν και δεν το αξίζει η κοινωνία μας.
Γι’ αυτό και η προσωπική μου θέση είναι ξεκάθαρη. Το Αντωνιάδειο Μέγαρο πρέπει να περάσει στη Μητρόπολη Λήμνου. Το Παλλημνιακό Ταμείο θα μπορέσει έτσι να ανασάνει και να επικεντρωθεί στους πραγματικούς του στόχους. Η Μητρόπολη, από την πλευρά της, μπορεί να αξιοποιήσει ένα κτίριο με ιστορική και πολιτιστική βαρύτητα, χαρίζοντάς του ξανά ζωή και αποστολή. Και η κοινωνία της Λήμνου θα αποκτήσει έναν χώρο ζωντανό, λειτουργικό, με πνευματικό και κοινωνικό πρόσημο.
Ζούμε σε εποχές όπου οι άνθρωποι αναζητούν ελπίδα, ενότητα, προσφορά και πνευματικότητα. Η Εκκλησία είναι από τους θεσμούς που μπορούν ακόμη να τα προσφέρουν αυτά. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η Μητρόπολη οφείλει —και μπορεί— να ανοίξει την αγκαλιά της και να στηρίξει ακόμη περισσότερο την τοπική κοινωνία, προσφέροντας αγάπη, συμπαράσταση και καθοδήγηση.
Το Αντωνιάδειο Μέγαρο δεν πρέπει να γίνει σύμβολο αντιπαράθεσης. Πρέπει να γίνει σύμβολο συνεργασίας και προοπτικής. Και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με γενναιότητα, ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα.
Με εκτίμηση
Σαρικλής Θεόδωρος
ΤΕΧΝΟΛΟΓΟΣ ΝΑΥΠΗΓΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ
























