Αυτή τη γνώση αξιοποίησαν Έλληνες ερευνητές για να μελετήσουν τις συγκεκριμένες γενετικές ποικιλομορφίες, να τις καταγράψουν και να εξετάσουν πώς θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν στην πιο αποτελεσματική και έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία των διαφόρων ασθενειών.
Η σημαντική «μετάλλαξη» που εντόπισαν, συμβαίνει στο γονίδιο του ενζύμου ERAP2. Το ERAP2, μαζί με τον «συνεργάτη» του, το ERAP1, είναι τα ένζυμα που δείχνουν στο ανοσοποιητικό σύστημα ποιό κύτταρο νοσεί.
Ως αποτέλεσμα της εν λόγω μετάλλαξης, κάποιες ασθένειες γίνονται πιο εύκολα αναγνωρίσιμες, ενώ άλλες κρύβονται από τον «ελεγκτή» του ανοσοποιητικού συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο, κάποιοι άνθρωποι είναι πιο ανθεκτικοί σε μόλυνση από HIV, παρά την επανειλημμένη έκθεση τους στον ιό.
Η ανακάλυψη μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη εξατομικευμένη πρόληψη και θεραπεία, ενώ καθορίζει ένα νέο στόχο για την ανάπτυξη μεθόδων ανοσοθεραπείας, στόχος της οποίας είναι να τροποποιεί την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος. Η γνώση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να σχεδιαστεί ένας «χάρτης» που θα παραθέτει με ποιο τρόπο οι διαφοροποιήσεις σε αυτά τα ένζυμα επηρεάζουν την ανθεκτικότητά των ανθρώπων σε ένα εύρος απειλητικών για την υγεία νοσημάτων.