Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Ιστορίες

banner roots

Ιστορίες

26.07.2014 | 16:50

του kapakapamoiri

-You’re not my eater

-I’m not your food

Γαμιόμαστε. Μεταφορικά. Το κυριολεκτικά δεν έχει πέραση. Ως και η επιθυμία -όχι μόνο για τη σάρκα, όχι- αδυνατίζει κάθε μέρα, σα να την τρώει καρκίνος ή να τη λιώνει το ζάχαρο. Σχεδόν ντρεπόμαστε να την ομολογήσουμε, αν το κάνουμε πασχίζουμε να ‘ναι χαμηλόφωνα. Για να μη τρομάξουν -αυτά τα ρετάλια επιθυμίας, τα ξέφτια των «θέλω» που επέζησαν- και κλείσουν την πόρτα πίσω τους για πάντα. Αν δούμε να το κάνει άλλος, τον επιτιμούμε με φωνή τελάλη, «ε όχι και να παραιτηθείς απ’ τις εφήμερες μικρές χαρές, ε όχι να αφεθείς στην αγκαλιά της παραίτησης και της σκουριάς, ε όχι να σε δένουν με σπάγκο οι ενοχές όπως οι λιλιπούτειοι τον Γκιούλιβερ, ε όχι!». Μετά που θα φανούμε λιοντάρια ξαναλουφάζουμε, για να τελειοποιήσουμε τον ψίθυρό μας.

05.07.2014 | 14:55

Γράφει το βυτίο

Η γυμνή πλάτη. Στην παραλία, στο κρεβάτι, στην άκρη μιας μπάρας. Η γυμνή πλάτη του Ιουλίου είναι ένα μαύρο μπλουζάκι, τα όχι τελείως λεπτά τιραντάκια, μια τεράστια καμπύλη σαν κόλπος της Αμοργού και ύστερα η ατέλειωτη διαδρομή, μικρά βραχάκια – η σπονδυλική στήλη – από το πίσω μέρος του λαιμού μέχρι το χάος.

*

24.06.2014 | 19:04
«Επειδή έχει τη νόσο του Αλτσχάιμερ».
21.06.2014 | 11:24

Από το everything you know is wrong

Oι δρόμοι της πόλης (η πόλη η ίδια ενδεχομένως) τελειώνουν, όταν τελειώνουν και οι παραλλαγές των διαδρομών που μπορείς να κάνεις σε αυτήν. Αγίου Δημητρίου, Βενιζέλου, Φιλίππου, Χαλκέων, Εγνατία, Καστριτσίου, Αγ. Σοφίας, Κεραμοπούλου, Σβώλου, Γούναρη, Εθνικής Αμύνης, Τσιμισκή. Σήμερα πρόσεξα, πρώτη μου φορά, πόσο ωραία είναι τα λουλούδια στον κήπο της Παναγίας Χαλκέων. Πριν από χρόνια μπήκα σ' ενα ανθοπωλείο στη Χαλκέων. Μέσα, έκλαιγε μια γυναίκα. Οσο μού έφτιαχνε την ανθοδέσμη, έκλαιγε με μαύρο δάκρυ, κυλούσαν δάκρυα και μύξες πάνω στα λουλούδια. Κι όλο μού έλεγε συγγνώμη. Δεν ρώτησα να μάθω πώς, τι και γιατί. Στη Χαλκέων, και πάλι, λίγα χρόνια αργότερα, κάπου δίπλα στο ανθοπωλείο, το οποίο δεν υπήρχε πια, σ' ενα φαρμακείο, μού κάνανε δώρο έναν ουροσυλλέκτη – το πιο απρόσμενο δώρο που μου έχουνε κάνει ποτέ.

13.06.2014 | 22:50

λαχανιασμένη λάβα   η επιστήμη τέλεια  τον κόσμο που έφτιαξε  τον ερμηνεύει όμως με τον δικό μας τι γίνεται;

10.06.2014 | 15:53

του kapakapamoiri

Διαβάζω αμήχανα τα ονόματα αυτών που θα ορκιστούν, επιχειρώ μουδιασμένος συμβολισμούς ψάχνοντας τσιγάρο, ούτε καν να θυμώσω μπορώ, είναι η πρώτη μέρα μετά από πέντε εβδομάδες που αναζητώ αλκοόλ αλλά νιώθω αρκετά κουρασμένος για να αναμετρηθώ με ανοιχτήρι και δύστροπους φελλούς. Το τριήμερο πέρασε με πηγαινέλα στον θάλαμο 9, ένα περιποιημένο τετράκλινο -που αδυνατεί όμως να κρύψει τα χρονάκια του- με θέα τον κάμπο και την βροχή που δε λέει να εγκαταλείψει αυτό τον τόπο. Θαρρείς και πασχίζει να ξεπλύνει τη βρωμιά που ξεχύνεται ακόμη κι από κει που δεν μπορεί να τρυπώσει ανθρώπου νους.

04.06.2014 | 14:30

Από τα Χαμένα Επεισόδια

25 Μαΐου

Το σπίτι της άντεξε και αυτόν τον χειμώνα, έστω και με ένα σπασμένο τζάμι, έστω και χωρίς κοτέτσι ή φασολιές στον κήπο. Οι τοίχοι καμιά φορά παραχωρούν την ανάμνηση σαν έναν ελάχιστο χαράτσι στην επιβίωση, τι θέλεις τώρα, να πέσουν οι τοίχοι για να γυρίσει εκείνη; Κατεβαίνω στην κουζίνα της, το πετρογκάζι δεν ξέρει κανείς να το ανάβει, άσε που δεν χρειάζεται και να ανάψει αν δεν είναι για να μαγειρέψει εκείνη. Τα παντζούρια μην τα ανοίγεις, ούτε εκείνη τα άνοιγε, τα φασόλια θέλουν σκιά για να διατηρηθούν. Τι σημασία έχει που δεν έχεις πια φασόλια, μην τα ανοίγεις, έτσι τα είχε εκείνη. Μην ακουμπάς τα βιβλία στη ξυλόσομπα, θα καούν, ας είναι κρύα, ας είναι σβηστή δυο χρόνια, έχει να ξεχρεώσει περασμένες φωτιές, ποτέ δεν ξέρεις πότε θα έρθει η ώρα της πληρωμής. Να ανέβουμε πάνω τώρα, την τελευταία φορά που την είδα ήταν στην αγορά, μετά το τρίτο τσίπουρο.

04.06.2014 | 14:27

του kapakapamoiri

Όσην ώρα εκείνος ετοίμαζε συνεπαρμένος καινούριες αφηγήσεις για το αύριο -ή απλά μαστόρευε τις χτεσινές, που έχασκαν ετοιμόρροπες- τον κοίταζε αδιαφορώντας για τα μεγάλα του σχέδια ν’ αλλάξει (για μια φορά, ακόμη) τον κόσμο.

Έφτιαξε ένα τσιγάρο, με το τελευταίο χαρτάκι που βρήκε, και το ‘κανε να ριγήσει με το πηγαινέλα πάνω στο στήθος της. Το παθαίνουν και τα τσιγάρα κάποιες φορές αυτό. Ειδικά εκείνα τα στριφτά, που πρώτα περνάνε από στόμα, γλώσσα και χείλια πρόθυμα, πλημμυρισμένα από άγιο σάλιο. Θα ΄ταν δεν θα ΄ταν δυο λεπτά μετά, όταν φάνηκε καπνός. Πόσο παραπάνω ν’ αντέξει;

29.05.2014 | 02:09

Γράφει ο kapakapamoiris

Τις αλλαγές στο σώμα σου τις βλέπεις σιγά σιγά, έρχονται τόσο διακριτικά -πες το και ύπουλα- που δεν παίρνεις χαμπάρι για πότε στρογγυλοκάθονται και δεν το κουνάνε ρούπι ακόμη κι όταν το πάρτι με τα ξενύχτια, τα μαρτίνι και τα ανέστια φιλιά σχολάσει. Έρχονται χωρίς δώρα, ούτε ένα μπουκάλι, ένα κουτί κεράσματα, ένα βιβλίο, ένα δισκάκι, τίποτε, με άδεια χέρια εμφανίζονται, με άδεια κάθονται σε μια γωνιά και σε κοιτάζουν λίγο περιπαιχτικά, λίγο ειρωνικά, απ’ την κορφή ως τα νύχια. Τα μόνα, φυσικά, που αργούν να υποταχθούν στην τραγική γοητεία αυτής της ματιάς. Τα μόνα που συνεχίζουν να μεγαλώνουν πάνω σου, ακόμη κι όταν όλα τ’ άλλα ζαρώνουν, συρρικνώνονται και αποδημούν, σε πείσμα της φθοράς.

24.05.2014 | 14:15

Γράφει το Καραντί

Οδηγώ με το παράθυρο ανοιχτό, περνάω από το σημείο που σκοτώθηκε ο Αγγελόπουλος, στο ραδιόφωνο παίζει το όσο αγαπάω μένω πίσω, τα καζάνια, η ιχθυόσκαλα, οι φωτισμένοι γερανοί, η μυρωδιά της θάλασσας, το λιμάνι λίγο πιο πέρα κι εγώ ακόμα εδώ.

Τα φώτα στο Καβούρι ζωγραφίζουν γραμμές στη θάλασσα, το καλοκαίρι έφτασε αλλά ακόμα μοιάζει μακριά, περιμένω να ξαπλώσω δίπλα σου στην άμμο, περιμένω την πιο ήσυχη στιγμή όλου του χρόνου, όταν επιπλέω στη θάλασσα σαν αστερίας, και τα αυτιά μου είναι μέσα στο νερό. H σ υ χ ί α .

stenos400x400